Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

κυματίζοντας σκέψεις - δηλώνω άπιστος


δηλώνω άπιστος

Υπάρχει μια γενική δυσαρέσκεια, όπως ακούω και διαβάζω συχνά από πολλούς, ίσως και τους περισσότερους, για την κατάσταση που επικρατεί στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία. Έχω ακούσει από φίλους και γνωστούς πως δεν πάνε πια στην εκκλησία γιατί έχει καταντήσει έτσι ή αλλιώς, γιατί ο τάδε παπάς έκανε αυτό ή εκείνο, ή πολλά άλλα και διάφορα. Νομίζω πως το χειρότερο που ακούω είναι: “Εγώ πιστεύω αλλά δε χωνεύω τους παπάδες”. Αναρωτιέμαι αν εμείς οι υποτίθεται πιστοί έχουμε κάνει κάποια αυτοκριτική ώστε να αναλύσουμε τους λόγους που παραθέτουμε σαν πρόσχημα της αποχής μας από τους ναούς και γενικά από την θρησκεία μας. Αν πιστεύουμε πραγματικά στο Θεό και θεωρούμε αναμφισβήτητα τα λόγια του Ευαγγελίου, τότε θα βρούμε πως στην τελική ανάλυση, είμαστε εμείς υπεύθυνοι για τον ξεπεσμό της θρησκείας μας. Λέγοντας όμως όλα αυτά δεν κάνω κριτική ούτε για τα πιστεύω του καθένα ούτε και αμφισβητώ την απάτη ορισμένων ιερέων. Θέλω όμως να αναλάβω τις δικές μου ευθύνες και γι’ αυτό θα παραθέσω γιατί δηλώνω άπιστος!

Από μικρός διδάχτηκα το σεβασμό προς τα Θεία και την ακράδαντη πίστη πως υπάρχει Θεός που μας επιβλέπει κάθε στιγμή της ζωής μας. Υπερβολικά θρησκευόμενος δεν υπήρξα ποτέ αλλά σε κάποιο σημείο της ζωής μου ανακάλυψα μια ζωηρή φλόγα να καίει μέσα μου και μια ακαταμάχητη δίψα να με κυριεύει προς την αναγνώριση του Κυρίου μου. Έψαξα μέσα στην εκκλησία, έξω από την εκκλησία, μέσα στη συμπεριφορά των ανθρώπων και στα καθημερινά δεδομένα μου και με μεγάλη μου έκπληξη ανακάλυψα το Χριστό. Του μίλησα με τη δικιά μου γλώσσα και ανταποκρίθηκε με ένα άγγιγμα της ψυχής μου που δεν είχα νιώσει ποτέ πριν. Ήταν εκείνη η στιγμή που η έκφραση των προσώπων πάνω στις εικόνες παίρνει ζωηράδα και άλλοτε σου χαμογελούν κι άλλοτε σε κοιτούν με θλίψη ή ακόμα και θυμό. Ήταν εκείνη η στιγμή που η προσευχές μου, έκαναν το σώμα μου να μην ακουμπά στο έδαφος και θαρούσα πως αιωρούμουν μεταξύ γης κι ουρανού. Ήταν εκείνη η στιγμή όταν τα δάκρυα στα μάτια μου μαρτυρούσαν την απόλυτη επικοινωνία μου με το Θεό. Ήταν η στιγμή που φεύγοντας από την λειτουργία ένοιωθα πως είχα κάνει αυτό ακριβώς: είχα λειτουργήσει ή επικοινωνήσει με το Θεό. Ο λόγος ακριβώς που πρέπει να πηγαίνει κανείς στην εκκλησία, κι όχι δυο ώρες βαρεμάρας και χασμουρητών ή κριτικής των πλησίων μου. Η απόλυτη ευτυχία τότε με κυρίευε και ένιωθα απόλυτα ικανοποιημένος με τον εαυτό μου, καθώς και το πλατύ χαμόγελό μου μαρτυρούσε.

Πέρασαν όμως τα χρόνια και κάτι άλλαξε μέσα μου. Τα βάσανα της ζωής; Οι απογοητεύσεις; Μια πανωλεθρία; Δεν μπορώ να πω με σιγουριά τι ήταν αυτό που άλλαξε ή καλύτερα, με έκανε ν’ αλλάξω. Η απογοήτευσή μου ήταν και είναι μεγάλη γιατί δεν μπορώ πια να νιώσω αυτή την ανεξήγητη ένωσή μου με το Θεό. Ψάχνω και πάλι απελπισμένα να τη βρω και κάθε μου προσπάθεια αποτυγχάνει. Όχι δε φταίνε οι παπάδες, όχι δε φταίει η διοίκηση της εκκλησίας, όχι δε φταίει ο Μητροπολίτης ή ο Πατριάρχης. Ποτέ δεν ενδιαφέρθηκα να μάθω τα πολιτικά της εκκλησίας γιατί τα θεωρώ επίγεια και ανάξια των Θείων. Παρενέργειες της παροδικής και ασήμαντης ζωής που ζούμε. Αυτό που με ενδιαφέρει και με καίει συνεχώς είναι η προσωπική μου συναναστροφή με το Θεό. Η μόνη κατ’ εμέ που έχει σημασία, η μόνη που μπορεί να μου δώσει πίσω τη χαμένη μου ευτυχία. Εάν μερικοί ιερείς είναι οι σημερινοί Φαρισαίοι, εμένα δε με ενδιαφέρει γιατί εγώ δεν είμαι ο κριτής και ο δικαστής τους. Κι έτσι απεγνωσμένα προσπαθώ να βρω πάλι τη θέρμη στην πίστη. Γι αυτό και κατηγορηματικά, ώσπου τουλάχιστον τη βρω και με βαθιά λύπη...Δηλώνω Άπιστος(_)

μετάβαση στον προβληματισμό της ημέρας
μετάβαση στον προβληματισμό της ημέρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Προβληματίστηκες; σχολίασε το