Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

αναδρομές - ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ: Ο ΜΑΧ ΚΑΙ ΕΓΩ

αναδρομές
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ: 19 Σεπτεμβρίου 2008
ΤΙΤΛΟΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ: Ο ΜΑΧ ΚΑΙ ΕΓΩ

Ο Max είναι ένας φίλος μου. Είναι μεγάλος και πολύ τριχωτός. Το τρίχωμα του είναι καφέ, λαμπερό και απαλό. Αν και πολύ μεγάλος τρέχει σα μικρό παιδί. Του αρέσει να γαυγίζει και να φανταστείς, πολλές φορές τον καβαλάω και κάνουμε μαζί μερικά βήματα. Τόσο μεγάλος είναι!
Όταν όμως με κοιτάζει, είμαστε πάνω στο ίδιο συννεφάκι. Εγώ και αυτός! Λυπημένα ματάκια, ίσως από τότε που τον βρήκαν αδέσποτο σε ένα δρομάκι στο New Jersey. Όμως αυτό είναι παρελθόν. Τώρα κοιμόμαστε στο ίδιο δωμάτιο και αν κάποια φορά ανέβει πάνω στο κρεβάτι, εγώ το πρωί ξυπνάω, κάτω από αυτό! Όταν χαίρεται όλοι δροσιζόμαστε γιατί κουνά την ουρά του και είναι ικανός να σε πονέσει αν σε αγγίξει με αυτήν. Τόση δυνατή ουρά!
Τώρα είμαι εκεί, αλλά μένουμε σε άλλο σπίτι. Αυτός σε έναν τεράστιο κήπο με γρασίδι, τρέχει ανέμελος ακόμα και χωρίς παρέα. Όταν με βλέπει ακόμα και τώρα που δε μπορεί να με σηκώσει γιατί μεγάλωσα, τα ματάκια του ανθίζουν και μαζί και πάλι μιλάμε στη δική μας γλώσσα.
Μια μέρα έμαθα ότι ο Max είχε κάνει μια κύστη στην ουρά του. Χειρουργήθηκε. Όλα πήγαν καλά, αλλά εκείνος είχε χάσει για πάντα την αντοχή του. Μάθαινα πως ήταν καλά, αλλά μόνος. Δεν έπαιζε πια, δεν έτρεχε. Μόνο πάνω στο γρασίδι έτρωγε το τεράστιο κόκκαλο που πάντα λάτρευε και καθόταν χαμένος στις σκέψεις του.
Έφτασα σε αυτόν τον τεράστιο κήπο. Όλα ήταν όπως μου τα είχαν πει. Καθισμένος κάτω με το κόκκαλο του. Όχι, δε κοιμόταν όπως τα άλλα. Το είχε στο στόμα του και σχεδόν δεν είχε δύναμη να το γλείψει. Εγώ πήγα από πάνω του ενώ εκείνος με αγνοούσε. Αυτός γέρος. Εγώ μεγάλος. Του άρεσε που κάποιος τον χάιδευε, αλλά δεν είχε δύναμη να το δείξει. Η ουρά δεν κουνιόταν πια. Ήρθα μπροστά του και τον κοίταξα. Και εκείνος το ίδιο. Τα λυπημένα του ματάκια άνθισαν. Η ουρά κουνιόταν. Βαριά, αλλά κουνιόταν. Για μένα. Σχεδόν με φώναζε με το όνομά μου. Τον χαιρέτισα γιατί έπρεπε να φύγω, χωρίς όμως να του πω τίποτα. Και εκείνος με χαιρέτισε με το κοίταγμα του.
Δεν θα τον ξανάβλεπα. Μόνο πάνω στο συννεφάκι μας μπορούμε να ξαναβρεθούμε. Εγώ με τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδος του 1994, ο Max και η μπάλα μας πάνω στο γρασίδι, όπως παλιά. Δε μιλούσε ελληνικά, αλλά αγαπούσε αυτή τη φανέλα.

μετάβαση στην αρχική σελίδαμετάβαση στον προβληματισμό της ημέρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Προβληματίστηκες; σχολίασε το