Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2012

κυματίζοντας σκέψεις - θα τρέξουμε (run)


θα τρέξουμε (run)

Στεκόμουν εκεί ανάμεσα σε άγνωστους που όρθιοι και με μάτια μαγεμένα κοιτούσαν μπροστά τους. Ήμουν κι εγώ ένας από αυτούς, δεν ξεχώριζα, ήμουν καμουφλαρισμένος ανάμεσά τους. Τα φώτα καθρεπτίζονταν στα μάτια τους, μια μπλε, μια πράσινα, μια βιολετί, κι όταν ο εκθαμβωτικός προβολέας άναβε, τα πρόσωπά τους φώτιζαν σαν ιμπρεσιονιστικές ζωγραφιές του Μονέ. Το θέατρο ήταν μικρό με χαμηλή οροφή και σκαλιστές γιρλάντες λουλουδιών στους τοίχους πάνω σε άσπρο φόντο. Τα καθίσματα κόκκινα και λίγο φθαρμένα πάνω σε ξύλινους σκελετούς, μα κανείς δεν καθόταν. Δυο διάδρομοι από τις πίσω πόρτες που οδηγούσαν στη σκηνή χώριζαν τις θέσεις σε τρία ομοιόμορφα γκρουπ. Η σκηνή ήταν φαρδιά απ’ άκρη σ’ άκρη του θεάτρου κι έμοιαζε να ξεχειλίζει από δεκάδες μηχανήματα, μουσικά όργανα και ηχεία. Το συγκρότημα είχε τώρα σοβαρέψει και η μπαλάντα έμοιαζε να βγαίνει από την ψυχή τους, καθώς με σοβαρά πρόσωπα, χτυπούσαν πλήκτρα, χάιδευαν χορδές κι ο τραγουδιστής κρατούσε το μικρόφωνο στα χέρια του σα να ΄θελε να του αποθέσει ένα καυτό ερωτικό φιλί.


Ήταν το αγαπημένο μου τραγούδι, αυτό που σήμαινε τόσα πολλά για ‘μένα και που ήταν κάποτε και δικό της. Τα μάτια μου ήταν καρφωμένα πάνω στη σκηνή μα δεν έβλεπαν πια τίποτα και μόνο τα χείλη μου ψέλλιζαν λέξη προς λέξη τους αγαπημένους στοίχους. Κι όπως αφέθηκα στο ξεχείλισμα των συναισθημάτων, βρέθηκα μοναχός, εγώ κι αυτή να μου κρατάει το χέρι. Δεν γύρισα να την κοιτάξω γιατί απλά την ένιωθα δίπλα μου να λικνίζεται απαλά στο ρυθμό της μπαλάντας. “Θα τρέξουμε” αντήχησε μέσα στην αίθουσα και τα δάκρυα τρέξανε πάνω στα μαγουλά μου, καυτά μέχρι που έφτασαν το πηγούνι μου παγωμένα. Θα τρέξουμε είχαμε πει μα δεν τα καταφέραμε ποτέ. Θα τρέξουμε μέσα στα όνειρα και τις λάσπες της ζωής, στα εύκολα και στα δύσκολα μονοπάτια και στους αγρούς με τ’ αγριολούλουδα. Θα τρέξουμε μακριά από τις αλυσίδες που μας κρατάνε αιχμάλωτους στο κατεστημένο. Θα τρέχαμε...μα αυτή έπνιξε το όνειρο μέσα στους εφιάλτης της και κλείδωσε τις αλυσίδες ακόμα πιο σφιχτά.


Το χειροκρότημα και οι κραυγές του πλήθους μ’ επανέφεραν στην πραγματικότητα και βρέθηκα και πάλι εκεί να στέκω άγνωστος ανάμεσα σε άγνωστους, μαγεμένος, πληγωμένος αλλά ζωντανός.(_)

μετάβαση στον προβληματισμό της ημέρας
μετάβαση στον προβληματισμό της ημέρας

5 σχόλια:

  1. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. :[ εστάλη από την αναγνώστρια mariliza μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου :[

    edw mirizomai kapoion xamenon erwta. Alla ekane pisw, giati? Goneis? Lefta?
    Oti arxizei wraio teleiwnei me pono

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. το όποιο πρόβλημα μετά σχόλιο έχει αποκατασταθεί & ο καθένας μπορεί να σχολιάζει απ' ευθείας στην ανάρτηση.
      Ευχαριστώ για το μήνυμα. Σύντομα θα έχεις απάντηση στο σχόλιο σου από τον συγγραφέα :[

      Διαγραφή
    2. Mariliza. Σ' ευχαριστώ για το σχόλιο. Έχεις δίκιο, ότι αρχίζει ωραίο τελειώνει με πόνο, μόνο που ο πόνος δεν τελειώνει ποτέ...

      Διαγραφή
  3. πληγωμενος...αλλα ζωντανος!!!!!
    ΑΣ ΤΡΕΞΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ....ποναμε ναι...αλλα αν δεν τρεξουμε, ο πονος θα συνεχισει κ η πληγη θα γινει αποστημα...
    ΑΣ ΤΡΕΞΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ...κ οπου μας βγαλει...τουλαχιστον θα εχουμε την ικανοποιηση οτι προσπαθησαμε για το καλυτερο δυνατον!!!!
    Και αυτο πιστευω οτι ειναι το πιο μαγικο τελικα!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Προβληματίστηκες; σχολίασε το